Την Κυριακή 22 Μαΐου, ο πλανήτης Άρης, η Γη και ο Ήλιος ευθυγραμμίστηκαν με τον Κόκκινο Πλανήτη και το μητρικό άστρο του ηλιακού μας συστήματος να βρίσκονται ακριβώς σε αντιδιαμετρική θέση σε σχέση με τον πλανήτη μας.
Αυτό το αστρονομικό φαινόμενο, γνωστό και ως «αντίθεση», συμβαίνει κάθε περίπου 780 μέρες. Η προηγούμενη φορά ήταν τον Απρίλιο 2014. H ευθυγράμμιση συνέβη όταν ο Άρης θα απέχει 76,28 εκατομμύρια χιλιόμετρα από τη Γη.
Μία εβδομάδα μετά, τη Δευτέρα 30 Μαΐου, καθώς ο Άρης θα βρεθεί στο κοντινότερο σημείο του από τη Γη εδώ και περίπου 11 χρόνια σε απόσταση 75,3 εκατ. χιλιομέτρων με αποτέλεσμα να φαίνεται μεγαλύτερος και φωτεινότερος στον νοτιοανατολικό νυχτερινό ουρανό ακόμα και με γυμνό μάτι εφόσον το επιτρέπουν οι κατά τόπους καιρικές συνθήκες.
«Φανταστείτε ένα γιγάντιο κόκκινο κύμα ύψους 120 μέτρων να έρχεται προς το μέρος σας» σχολίασε στο Nature ο Αλέξις Ροντρίγκεζ, ερευνητής του Ινστιτούτου.
Πολυάριθμες προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι στα αρχικά στάδια της ζωής του ο Άρης πιθανότατα ήταν ένας φιλόξενος υγρός κόσμος με λίμνες και θάλασσες.
Πιο αμφιλεγόμενη παραμένει ωστόσο η θεωρία ότι το βόρειο ημισφαίριο του πλανήτη καλυπτόταν από έναν ωκεανό. Ορισμένοι πλανητολόγοι διακρίνουν ίχνη μιας αρχαίας ακτής, η οποία, όμως, δεν είναι συνεχής όπως θα περίμενε κανείς.
Η τελευταία μελέτη που δημοσιεύεται στο Nature Scientific Reports ενισχύει τη θεωρία [πυ υποστηρίζει ότι μεγάλα τμήματα της ωκεάνιας ακτής διαβρώθηκαν από τσουνάμι που προκάλεσε η πρόσκρουση αστεροειδών μέσα στο νερό.
Τα χτυπήματα αστεροειδών πρέπει να ήταν συχνά πριν από 3,4 δισεκατομμύρια χρόνια, την εποχή κατά την οποία χρονολογούνται τα νέα ευρήματα.
Η ομάδα του Δρ Ροντρίγκεζ εστιάζει στα υψίπεδα του Arabia Terra, των οποίων οι πρόποδες πιθανότατα βρέχονταν κάποτε από τον ωκεανό. Σε δορυφορικές εικόνες διακρίνεται ένας σχηματισμός αποτελούμενους από σκοτεινούς λοβούς που θα έφταναν κάποτε πιο βαθιά στην ενδοχώρα από ό,τι η αρχική ακτή.
Το σενάριο που προτείνουν οι ερευνητές είναι ότι ο σχηματισμός δημιουργήθηκε από δύο διαδοχικά τσουνάμι. Στο πρώτο επεισόδιο, το νερό έσπρωξε βράχους των δέκα μέτρων βαθιά μέσα στην ακτή και στη συνέχεια υποχώρησε πίσω στον ωκεανό.
Η κατάσταση παρέμεινε αμετάβλητη επί εκατομμύρια χρόνια, μέχρις ότου το κλίμα έγινε σημαντικά ψυχρότερο. Όταν συνετρίβη ο δεύτερος αστεροειδής, η επιφάνεια του ωκεανού είχε πια παγώσει και το τσουνάμι ήταν ουσιαστικά ένα γιγάντιο κύμα από κομμάτια πάγου. Το κύμα στερεοποιήθηκε προτού προλάβει να υποχωρήσει στον ωκεανό και μετατράπηκε σε παγωμένα συντρίμμια που παραμένουν στην ίδια θέση μέχρι σήμερα.
Οι επιστήμονες θα αναζητήσουν ενδείξεις τσουνάμι και σε άλλες περιοχές του πλανήτη, μαζί με κρατήρες που μπορεί να παγίδευσαν το νερό στις ακτές και ενδεχομένως να προσέφεραν ένα φιλόξενο περιβάλλον για την εξέλιξη μικροβιακής ζωής.