Δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ η υπουργική απόφαση με την οποία ανοίγει ο δρόμος για τη μετατροπή των αυτοκινήτων από βενζινοκίνητα σε «αεριοκίνητα». Μετά τη χρήση υγραερίου, οι οδηγοί θα έχουν πλέον τη δυνατότητα να επιλέξουν και την κίνηση με φυσικό αέριο το οποίο είναι το φθηνότερο καύσιμο που διατίθεται αυτή τη στιγμή στην αγορά.
Με την απόφαση καθορίζονται οι τεχνικές προδιαγραφές του ειδικού εξοπλισμού με τον οποίο θα καταστεί δυνατή η χρήση πεπιεσμένου φυσικού αερίου (CNG) για την κίνηση των αυτοκινήτων αλλά και οι όροι και προϋποθέσεις ελέγχου. Πλέον ανοίγει ο δρόμος για τον πολλαπλασιασμό των συνεργείων που θα αναλαμβάνουν την εγκατάσταση του “kit» φυσικού αερίου. Με την αύξηση της προσφοράς, αναμένεται ταχύτατη πτώση και της τιμής μετατροπής η οποία αυτή τη στιγμή διαμορφώνεται ακόμη και στις 3000-5000 ευρώ.
Η υψηλή τιμή μετατροπής αποτελεί το ένα βασικό «μειονέκτημα» της μετατροπής του αυτοκινήτου ώστε να χρησιμοποιεί φυσικό αέριο. Κι αυτό διότι η μετατροπή για τη χρήση υγραερίου κοστίζει πλέον περίπου 800-1000 ευρώ με αποτέλεσμα, προς το παρόν το υγραέριο να συγκεντρώνει το ενδιαφέρον παρά το γεγονός ότι είναι ακριβότερο ως καύσιμο από το φυσικό αέριο. Με τον πολλαπλασιασμό των συνεργείων, οι ισορροπίες αναμένεται να αλλάξουν. Το δεύτερο μειονέκτημα είναι ο μικρός αριθμός πρατηρίων. Ωστόσο και αυτό το θέμα θα αντιμετωπιστεί καθώς η ΔΕΠΑ έχει προγραμματίσει επέκταση του δικτύου πρατηρίων υγροποιημένου φυσικού αερίου.
Όπως αναφέρεται στην απόφαση, οι δεξαμενές με το νέο καύσιμο θα πρέπει να ελέγχονται ανά 48 μήνες μετά την πρώτη εγκατάσταση ενώ το όχημα θα πρέπει υποχρεωτικά να περνά από έλεγχο σε περίπτωση που υπάρξει εμπλοκή σε ατύχημα. Η διάρκεια «ζωής» της δεξαμενής του καυσίμου ορίζεται στα 20 χρόνια. Επίσης, όπως αναφέρεται, το αυτοκίνητο που θα αλλάξει καύσιμο, θα περνάει υποχρεωτικά από έλεγχο:
«Μετά την εγκατάσταση σε όχημα συστήματος κίνησης με φυσικό αέριο, δηλαδή των συσκευών και των εξαρτημάτων που του προσδίδουν την ικανότητα να χρησιμοποιεί για την κίνησή του και φυσικό αέριο, η διασκευή εγκρίνεται από Δημόσιο ή ιδιωτικό ΚΤΕΟ».