Η μάχη του Μαραθώνα
Στις αρχές του 5ου αι. π.Χ., η περσική αυτοκρατορία έχει ολοκληρώσει την κατάκτηση της Μικράς Ασίας και επεκτείνει τις βλέψεις της στον αιγαιακό και ευρωπαϊκό χώρο. Την αφορμή να υλοποιήσει τα κατακτητικά του σχέδια στη δυτική πλευρά του Αιγαίου αρχιπελάγους προσφέρει στον Πέρση αυτοκράτορα Δαρείο Α’ η Ιωνική επανάσταση (499-494 π.Χ.), η εξέγερση, δηλαδή, των ελληνικών πόλεων-κρατών της Μικράς Ασίας, στην οποία βοήθησαν Ερετριείς και Αθηναίοι.
Δύο χρόνια μετά, το 490 π.Χ., ο περσικός στόλος υπό τη διοίκηση Δάτη και Αρταφέρνη, και με τη συνδρομή του εκδιωχθέντος τυράννου των Αθηνών Ιππία, θα διασχίσει τα νερά του Αιγαίου. Αφού ισοπεδωθεί η Ερέτρια, ως τιμωρία για τη συμμετοχή της στην ιωνική επανάσταση, σειρά θα έχει η Αθήνα.
Μετά από συμβουλή του Ιππία, οι Πέρσες θα αποβιβαστούν στο Μαραθώνα, για να «χτυπήσουν» το αθηναϊκό κράτος. Στο άκουσμα της είδησης της απόβασής τους, 10.000 Αθηναίοι και 1.000 Πλαταιείς έσπευσαν στο Μαραθώνα.
Η επιλογή του κατάλληλου χώρου θα αποβεί κομβικής σημασίας για τη διεξαγωγή της μάχης, καθώς ο αθηναϊκός στρατός θα παραταχτεί στη στενή πεδιάδα του Μαραθώνα, σε σχήμα μισοφέγγαρου, όμορη προς την παραλία. Στις διαβουλεύσεις για τη διεξαγωγή της μάχης, θα επιβάλει την άποψή του στον έχοντα το γενικό πρόσταγμα πολέμαρχο Καλλίμαχο ο Μιλτιάδης. Το σχέδιό του προέβλεπε επιμήκυνση του μετώπου, ώστε να είναι ίσο με το περσικό, με ταυτόχρονη ενδυνάμωση των άκρων και αποδυνάμωση του κέντρου.
H μάχη έγινε στις 12 Σεπτεμβρίου 490 π.Χ.: στη σύγκρουση που ακολούθησε, η συμπαγής φάλαγγα των οπλιτών υπερτερούσε εμφανώς απέναντι στους ελαφρά οπλισμένους Πέρσες στρατιώτες. Απ’ την άλλη πλευρά, δεν κατέστη δυνατό να αξιοποιηθεί η περσική αριθμητική υπεροπλία στο μικρό διαθέσιμο χώρο της πεδιάδας του Μαραθώνα, όπου οι αθηναϊκές δυνάμεις κατατρόπωσαν τις περσικές, συνθλίβοντας στη συνέχεια το περσικό κέντρο που είχε εισχωρήσει βαθιά στον ελληνικό σχηματισμό. Αφού απεστάλη αγγελιαφόρος οπλίτης για να ανακοινώσει το χαρμόσυνο νέο στην Αθήνα, ακολούθησε ο κατάκοπος αθηναϊκός στρατός υπό το Μιλτιάδη, με σκοπό να προλάβει τον περσικό στόλο που κατευθυνόταν προς την ανυπεράσπιστη Αθήνα.
Σύμφωνα με την παράδοση, το χαρμόσυνο άγγελμα της νίκης στο Μαραθώνα έφερε στην Αθήνα ένας αγγελιαφόρος οπλίτης, που αμέσως μετά την κραυγή «Νενικήκαμεν» έπεσε νεκρός από την εξάντληση. Η παράδοση αυτή συμπλέκεται στους μεταγενέστερους αρχαίους συγγραφείς με την περίπτωση του επαγγελματία δρομέα Φειδιππίδη, με συνέπεια να ταυτιστεί με αυτόν ο ανώνυμος οπλίτης που έφερε πρώτος στην Αθήνα το νικηφόρο μήνυμα.
Στην κληρονομιά της μάχης του Μαραθώνα συγκαταλέγεται και το αγώνισμα του μαραθωνίου δρόμου, το οποίο έφτασε ως τις μέρες μας και συμπεριελήφθη στα αγωνίσματα των σύγχρονων Ολυμπιάδων.