Μεγάλες οικονομικές υπερβάσεις και κατασκευαστικές καθυστερήσεις διαπιστώνει για την Ελλάδα έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΕΣ), έπειτα από ελέγχους σε 24 οδικά έργα τεσσάρων ευρωπαϊκών χωρών.
Η έκθεση, η οποία δημοσιεύτηκε χθες στις Βρυξέλλες, εξετάζει κατά πόσο αξιοποιούνται ορθά τα κοινοτικά κονδύλια που διατίθενται για τα οδικά δίκτυα στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Το ΕΕΣ υπέβαλε σε έλεγχο 24 επενδυτικά έργα οδοποιίας που χρηματοδοτήθηκαν από το ΕΤΠΑ και το Ταμείο Συνοχής στη Γερμανία, την Ελλάδα, την Πολωνία και την Ισπανία, καθώς αυτά τα τέσσερα κράτη-μέλη έχουν λάβει το μεγαλύτερο μέρος των κονδυλίων που διατέθηκαν για έργα οδοποιίας κατά την περίοδο 2000-2013 (62% της συνολικής συγχρηματοδότησης της Ε.Ε. για έργα οδοποιίας). Πρόκειται για 10 έργα αυτοκινητόδρομων, 10 έργα οδών ταχείας κυκλοφορίας και 4 έργα κύριων οδικών αρτηριών, δύο λωρίδων κυκλοφορίας, συνολικής αξίας άνω των 3 δισ. ευρώ.
Ειδικότερα στην Ελλάδα ελέγχθηκαν τρία έργα αυτοκινητόδρομων (Αγιος Κωνσταντίνος – Καμένα Βούρλα και δύο τμήματα της Εγνατίας Οδού: Ασπροβάλτα – Νυμφόπετρα και Κουλουρά – Κλειδί), καθώς και τρία έργα οδών ταχείας κυκλοφορίας (λεωφόρος Κύμης, Κερατέα – Λαύριο και Θεσσαλονίκη – Δοϊράνη), συνολικής αξίας 747,8 εκατ. ευρώ.
Η έκθεση διαπιστώνει ότι οι μεγαλύτερες καθυστερήσεις σημειώθηκαν στην Ελλάδα με 16 μήνες, σε σχέση με την αρχική συμφωνία, και ακολούθησαν η Ισπανία με 11 μήνες, η Γερμανία με 7 μήνες και με 3 η Πολωνία. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι το πραγματικό κόστος του Ε75/ΠΑΘΕ (Αγιος Κωνσταντίνος – Καμένα Βούρλα) ανήλθε σε 378 εκατ. ευρώ, από 278 εκατ. ευρώ που ήταν η αρχική εκτίμηση. Δηλαδή σημειώθηκε υπέρβαση κατά 100 εκατ. ευρώ, ποσοστό 36%.
Κόστος κατασκευής
Οσον αφορά τώρα το κόστος κατασκευής των οδικών έργων, η έκθεση διαπίστωσε σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των τεσσάρων χωρών. Χαρακτηριστικά τα έργα που ελέγχθηκαν στη Γερμανία παρουσίαζαν το χαμηλότερο κόστος ανά 1.000 τ.μ. (μέσο συνολικό κόστος 287.043 ευρώ), ενώ ακολουθεί η Ελλάδα με μέσο κόστος 357.051 ευρώ, η Πολωνία με 445.129 ευρώ και η Ισπανία με 496.208 ευρώ.
Γενικότερα ο έλεγχος του ΕΕΣ διαπίστωσε μεγάλες αποκλίσεις στον οικονομικό και κατασκευαστικό σχεδιασμό, όπως επίσης υπερβάσεις των προϋπολογισμών και παραβιάσεις των χρονοδιαγραμμάτων υλοποίησης των οδικών συγχρηματοδοτούμενων έργων.
Συγκεκριμένα διαπιστώθηκε ότι μόνον για 4 από τα 19 έργα, για τα οποία υπήρχαν επαρκή στοιχεία, ο πραγματικός όγκος της οδικής κυκλοφορίας συμφωνούσε με τις προβλέψεις. Πράγμα που σημαίνει ότι υποβαθμίστηκε ο παράγοντας της οικονομικής αποδοτικότητας του έργου.
Διαπιστώθηκε ότι για τμήματα οδών, στα οποία οι κυκλοφοριακές ανάγκες θα μπορούσαν να καλυφθούν με οδούς ταχείας κυκλοφορίας, τελικά επελέγη η κατασκευή αυτοκινητοδρόμων, που είναι μακράν δαπανηρότερη (το μέσο συνολικό κόστος ανά χιλιόμετρο ανέρχεται σε περίπου 11 εκατ. ευρώ για τους αυτοκινητοδρόμους, έναντι 6,2 εκατ. ευρώ, ήτοι 43% φθηνότερα, για τις οδούς ταχείας κυκλοφορίας).
Η έρευνα διαπίστωσε αύξηση του κόστους υλοποίησης των έργων, σε σύγκριση με την αρχική μελέτη. Η μέση αύξηση του κόστους ανήλθε σε 23% και οι υπερβάσεις των προθεσμιών ήταν κατά μέσον όρο 9 μήνες, ή 41%, σε σχέση με τις αρχικώς συμφωνηθείσες.