Στις 25 Δεκεμβρίου, οι Χριστιανοί σε όλο τον κόσμο γιορτάζουν τη γέννηση του Χριστού. Χαρούμενα κάλαντα, ξεχωριστές λειτουργίες, φανταχτερά δώρα, γιορτινά τραπέζια και εδέσματα -όλα αυτά χαρακτηρίζουν σήμερα τη γιορτή, τουλάχιστον στο βόρειο ημισφαίριο.
Από πού προέρχεται όμως όλος αυτός ο χριστουγεννιάτικος εορτασμός; Πως η 25η Δεκεμβρίου συνδέθηκε με τα γενέθλια του Χριστού;
Στη Βίβλο μπορούμε να βρούμε ορισμένα στοιχεία. Στους Ψαλμούς και τα Ευαγγέλια δεν αναφέρονται εορτασμοί για τη γέννηση του Χριστού, δεν αναφέρεται ημερομηνία, ούτε χρονολογία. Η βιβλική αναφορά στους βοσκούς, που φρόντιζαν τα κοπάδια τους το βράδυ, όταν άκουσαν τα νέα για τη γέννηση του Ιησού (κατά Λουκά 2:8) ενδεχομένως να υποδηλώνει την περίοδο γέννας των αμνών.
Τον κρύο Δεκέμβρη, από την άλλη, οι αμνοί βρίσκονταν ήδη στα μαντριά τους. Για το λόγο αυτό, οι περισσότεροι ειδικοί συστήνουν προσοχή σε ότι αφορά στις ακριβείς αλλά τυχαίες λεπτομέρειες που απορρέουν από μία αφήγηση που επικεντρώνεται στη θεολογική πλευρά και όχι τόσο στην ημερολογιακή.
Tα εξωβιβλικά στοιχεία από τον πρώτο και δεύτερο αιώνα είναι εξίσου ισχνά. Δεν υπάρχουν αναφορές για εορτασμούς της γέννησης του Ιησού στα γραπτά των πρώτων Χριστιανών συγγραφέων, όπως του Ειρηναίου (130-200 μ.Χ.) ή του Τερτυλλιανού (160-225 μ.Χ.). Ο Ωριγένης από την Αλεξάνδρεια (165-264 μ.Χ.) φτάνει σε σημείο να κοροϊδεύει τους ρωμαϊκούς εορτασμούς των γενεθλίων, απορρίπτοντάς τους ως «παγανιστικό» έθιμο –μία ισχυρή ένδειξη ότι η γέννηση του Ιησού δεν εορτάζονταν με παρόμοιο τρόπο τότε. Από όσα μπορούμε να ξέρουμε, τα Χριστούγεννα δεν εορτάζονταν καθόλου τότε.
Το ιερατείο του Ιησού, τα θαύματα, τα Πάθη και η Ανάστασή του απετέλεσαν το επίκεντρο του ενδιαφέροντος των Χριστιανών συγγραφέων του 1ου και 2ου αι. Με τα χρόνια, όμως, η καταγωγή του Χριστού άρχισε να απασχολεί περισσότερο και βλέπουμε αυτή τη μεταβολή ήδη από την Καινή Διαθήκη. Στα πρώτα συγγράμματα -του Παύλου και του Μάρκου- δεν γίνεται αναφορά στη γέννηση του Ιησού. Στα Ευαγγέλια του Ματθαίου και του Λουκά υπάρχουν αναφορές αλλά διαφέρουν μεταξύ τους –αν και κανείς από τους δύο δεν διευκρινίζει την ημερομηνία. Στον 2ο αι., υπάρχουν αναφορές στη γέννηση και την παιδική ηλικία του Ιησού στα Ευαγγέλια του Θωμά και του Ιακώβου. Στα κείμενα αυτά υπάρχουν ονόματα των παππούδων του Ιησού, καθώς και πληροφορίες σχετικές με την εκπαίδευσή του –αλλά πάλι δεν υπάρχει ημερομηνία για τη γέννησή του.
Τελικά, γύρω στο 200 μ.Χ., ένας χριστιανός δάσκαλος από την Αίγυπτο κάνει την πρώτη αναφορά την ημερομηνία γέννησης του Ιησού. Σύμφωνα με τον Κλήμη τον Αλεξανδρινό, υπάρχουν διάφορες ημερομηνίες για τη γέννηση. Όσο, όμως, και αν ακούγεται παράξενο, ο Κλήμης δεν αναφέρει πουθενά την 25η Δεκεμβρίου. Συγκεκριμένα γράφει: «Υπάρχουν κάποιοι που όχι μόνο προσδιόρισαν το έτος γέννησης του Κυρίου, αλλά και την ημερομηνία. Αυτοί υποστηρίζουν πως ο Ιησούς γεννήθηκε το 28ο έτος του Αυγούστου, την 25η μέρα του αιγυπτιακού μήνα Pachon (20 Μαΐου στο δικό μας ημερολόγιο).
Είναι προφανές ότι υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα ως προς την ακριβή ημερομηνία γέννησης του Ιησού, αλλά έντονο ενδιαφέρον μέχρι τα τέλη του 2ου αι. Τον 4ο αι., εντούτοις, βρίσκουμε αναφορές για δύο συγκεκριμένες και μάλλον αποδεκτές ημερομηνίες, σχετικές με τη γέννηση του Ιησού: την 25η Δεκεμβρίου στη δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και την 6η Ιανουαρίου στην Ανατολή (ειδικά την Αίγυπτο και τη Μικρά Ασία). Η σύγχρονη Εκκλησία της Αρμενίας εξακολουθεί να γιορτάζει τα Χριστούγεννα την 6η Ιανουαρίου. Για τους περισσότερους, όμως, τα Χριστούγεννα γιορτάζονται την 25η Δεκεμβρίου, ενώ στις 6 Ιανουαρίου γιορτάζονται τα Θεοφάνεια, δηλαδή η άφιξη των τριών μάγων στη Βηθλεέμ. Η περίοδος μεταξύ Χριστουγέννων και Θεοφανείων είναι γνωστή και ως Δωδεκαήμερο.
Η πρώτη αναφορά στην 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα γέννησης του Ιησού προέρχεται από ένα ρωμαϊκό αλμανάκ στα μέσα του 4ου αι., όπου αναγράφονται οι ημερομηνίες θανάτου διαφόρων χριστιανών Επισκόπων και Μαρτύρων. Συγκεκριμένα, στην 25η Δεκεμβρίου αναγράφεται: “natus Christus in Betleem Judeae” («Γεννήθηκε ο Χριστός στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας»). Γύρω στο 400 μ.Χ. ο Αυγουστίνος Ιππώνος αναφέρεται σε μία χριστιανική ομάδα, τους Δονατιστές, οι οποίοι γιόρταζαν τα Χριστούγεννα την 25η Δεκεμβρίου αλλά αρνούνταν να γιορτάζουν τα Θεοφάνεια στις 6 Ιανουαρίου, ισχυριζόμενοι πως πρόκειται για νεωτερισμό.
Στην Ανατολή, η 6η Ιανουαρίου δεν ήταν συνδεδεμένη μόνο με τους μάγους αλλά γενικά με ολόκληρη την ιστορία των Χριστουγέννων.
Σχεδόν 300 χρόνια μετά τη γέννηση του Ιησού, βρίσκουμε επομένως για πρώτη φορά αναφορές που μιλάνε για εορτασμό των Χριστουγέννων στα μέσα του χειμώνα. Πως, όμως, κατέληξαν σε αυτές τις δύο ημερομηνίες;
Σήμερα υπάρχουν δύο θεωρίες: μία είναι πολύ γνωστή και η άλλη λιγότερο γνωστή (αν και είναι πιο παλιά από την πρώτη).
Η πιο γνωστή θεωρία σχετικά με τις ημερομηνίες των Χριστουγέννων είναι πως προέρχονται από τους παγανιστικούς εορτασμούς. Οι Ρωμαίοι γιόρταζαν τα Κρόνια στα τέλη Δεκεμβρίου. Οι Βάρβαροι της βόρειας και δυτικής Ευρώπης συνήθιζαν να γιορτάζουν τις ίδιες ημερομηνίες. Ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Αυρήλιος είχε θεσπίσει ως γιορτή τη γέννηση του Sol Invictus (Ανίκητος Ήλιος) στις 25 Δεκεμβρίου. Σύμφωνα, λοιπόν, με τη θεωρία, τα Χριστούγεννα εορτάζονται εκείνη τη μέρα λόγω των παγανιστικών ηλιακών εορτασμών. Η άποψη είναι πως οι πρώτοι Χριστιανοί επίτηδες επέλεξαν αυτές τις ημερομηνίες ώστε να βοηθήσουν να εξαπλωθεί ο Χριστιανισμός και τα Χριστούγεννα σε ολόκληρο των ρωμαϊκό κόσμο: Εάν τα Χριστούγεννα φαινόντουσαν ως μία παγανιστική εορτή, περισσότεροι παγανιστές θα γιόρταζαν τη γέννηση του Υιού του Θεού.
Παρά τη δημοτικότητά της σήμερα, η προέλευση των Χριστουγέννων εξακολουθεί να προκαλεί σκέψεις, καθώς δεν αναφέρεται σε κανένα αρχαίο χριστιανικό σύγγραμμα. Οι χριστιανοί συγγραφείς της εποχής εκείνης σημειώνουν μία σύνδεση ανάμεσα στο ηλιοστάσιο και τη γέννηση του Ιησού: η εκκλησία του Πατέρα Αμβρόσιου (339-397), για παράδειγμα, περιγράφει τον Χριστό ως τον αληθινό ήλιο, που επισκίασε τους έκπτωτους θεούς του παλιού τάγματος. Αλλά οι πρώτοι χριστιανοί συγγραφείς δεν υπαινίσσονται πουθενά τίποτα. Δεν θεωρούν πως η ημερομηνία επιλέχθηκε από την εκκλησία. Αντιθέτως, θεωρούν τη σύμπτωση αυτή ως θεόσταλτο σημάδι, ως φυσική απόδειξη πως ο Θεός επέλεξε τον Ιησού αντί για τους παγανιστικούς θεούς.
Η πρώτη αναφορά πως η γέννηση του Ιησού εορταζόταν σκοπίμως την ίδια εποχή με τις παγανιστικές εορτές γίνεται τον 12ο αι. Μία σημείωση στο περιθώριο ενός χειρογράφου των συγγραμμάτων του Σύριου βιβλικού σχολιαστή, Dionysius bar-Salibi, αναγράφει πως στην αρχαιότητα η εορτή των Χριστουγέννων μεταφέρθηκε στην πραγματικότητα από τις 6 Ιανουαρίου στις 25 Δεκεμβρίου, ώστε να συμπίπτει με την ημέρα εορτασμού του Ανίκητου Ήλιου.
Τον 18ο και 19ο αι. οι μελετητές της Βίβλου, ορμώμενοι από τη νέα μελέτη των συγκριτικών θρησκειών, κατέληξαν στην παρακάτω άποψη. Ισχυρίστηκαν πως, επειδή οι πρώτοι χριστιανοί δεν γνώριζαν πότε γεννήθηκε ο Ιησούς, αυτό που έκαναν ήταν να προσαρμόσουν την παγανιστική εορτή του ηλιοστασίου για τους δικούς της σκοπούς, αναγάγωντάς την στην ημέρα της γέννησης του Μεσσία και τον αντίστοιχο εορτασμό της.
Πιο πρόσφατες μελέτες έδειξαν πως πολλά από τα διακοσμητικά στολίδια των Χριστουγέννων προέρχονται από παγανιστικά έθιμα και υιοθετήθηκαν αργότερα, όταν ο χριστιανισμός εξαπλώθηκε στη βόρεια και δυτική Ευρώπη. Το χριστουγεννιάτικο δέντρο, για παράδειγμα, συνδέεται με τις μεσαιωνικές τελετές των Δρυίδων. Αυτό και μόνο κάνει πολλούς να πιστεύουν πως τα Χριστούγεννα είναι ένα παγανιστικό έθιμο.
Παρόλα αυτά, υπάρχουν προβλήματα που προκύπτουν από αυτή τη θεωρία. Η πρώτη αναφορά για την ημερομηνία των Χριστουγέννων (το 200 μ.Χ.) και οι πρώτοι εορτασμοί για τους οποίους γνωρίζουμε (250-300 μ.Χ.) προέρχονται από την περίοδο εκείνη όπου οι χριστιανοί δεν υιοθετούσαν πολλά πράγματα από τις παγανιστικές παραδόσεις.
Η χριστιανική πίστη και οι τελετές δεν βρίσκονταν σε απομόνωση. Πολλά από τα πρώτα στοιχεία της χριστιανικής λατρείας ήταν αρκετά γνώριμα στους παγανιστές. Παρόλα αυτά, τους πρώτους αιώνες μ.Χ., η κατατρεγμένη μειονότητα των χριστιανών ανησυχούσε ιδιαιτέρως, με αποτέλεσμα να κρατάει αποστάσεις από τις μεγαλύτερες και πιο δημοφιλείς παγανιστικές τελετές, όπως οι θυσίες, οι αγώνες και οι εορτές. Αυτό συνέχισε να ισχύει μέχρι και τους βίαιους διωγμούς των χριστιανών από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Διοκλητιανό, μεταξύ 303 και 312 μ.Χ.
Η κατάσταση αυτή άλλαξε μετά τον Κωνσταντίνο, που ασπάστηκε τον χριστιανισμό. Από τα μέσα του 4ου αι. και μετά, αρχίζουμε να βλέπουμε περισσότερους χριστιανούς, ενώ οι παγανιστικές εορτές αρχίζουν να εκχριστιανίζονται. Ένας γνωστός υπέρμαχος του χριστιανισμού ήταν ο Πάπας Γρηγόριος ο Μέγας, ο οποίος σε μία επιστολή που είχε γράψει το 601 μ.Χ. σε έναν χριστιανό ιεραπόστολο στη Βρετανία, του πρότεινε οι τοπικοί παγανιστικοί ναοί να μην καταστραφούν αλλά να μετατραπούν σε εκκλησίες, και οι παγανιστικές εορτές να εορτάζονται ως γιορτές για τους χριστιανούς μάρτυρες.
Οι γιορτές της 25ης Δεκεμβρίου φαίνεται πως υπήρχαν πριν από το 312 μ.Χ. –τουλάχιστον πριν ασπαστεί ο Κωνσταντίνος τον χριστιανισμό. Σύμφωνα με αποδείξεις, οι Δονατιστές χριστιανοί της Βορείου Αφρικής φαίνεται πως τις γνώριζαν από νωρίτερα. Επιπλέον, στα μέσα προς τέλη του 4ου αι. οι εκκλησιαστικοί ηγέτες της Ανατολικής Αυτοκρατορίας εξέφρασαν την ανησυχία τους όχι για το γεγονός ότι δεν υπήρχε μία ημέρα εορτασμού της γέννησης του Ιησού, αλλά για την προσθήκη της δεκεμβριανής ημερομηνίας στον παραδοσιακό εορτασμό της 6ης Ιανουαρίου.
Υπάρχει και μία άλλη θεωρία, όμως, για τον εορτασμό των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου. Όσο παράξενο και αν ακούγεται, το κλειδί για την ημερομηνία της γέννησης του Χριστού ίσως να βρίσκεται στην ημερομηνία θανάτου του, το Πάσχα. Η άποψη αυτή διατυπώθηκε πρώτη φορά από τον Γάλλο μελετητή Louis Duchesne στις αρχές του 20ου αι., ενώ εμπλουτίστηκε αργότερα με περισσότερα στοιχεία από τον Αμερικανό Thomas Talley. Σίγουρα, όμως, δεν ήταν οι πρώτοι που μίλησαν για σύνδεση της παραδοσιακής ημερομηνίας θανάτου του Ιησού με τη γέννησή του.
Γύρω στο 200 μ.Χ., ο Τερτυλλιανός από την Καρχηδόνα αναφέρει πως η 14 μέρα του μήνα Nisan (η μέρα της σταύρωσης του Χριστού σύμφωνα με τον Ευαγγέλιο του Ιωάννη) τη χρονιά που πέθανε ο Ιησούς, αντιστοιχεί με την 25η Μαρτίου στο ρωμαϊκό (ηλιακό) ημερολόγιο. Η 25η Μαρτίου είναι ακριβώς εννιά μήνες πριν από την 25η Δεκεμβρίου και εορτάζεται ως η μέρα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου –της σύλληψης δηλαδή του Ιησού. Επομένως, κάποιοι πιστεύουν πως η σύλληψη και η σταύρωση του Ιησού έγινε την ίδια ημερομηνία. Ακριβώς εννέα μήνες αργότερα, στις 25 Δεκεμβρίου, γεννήθηκε ο Ιησούς.
Η άποψη αυτή εμφανίζεται σε μία ανώνυμη χριστιανική πραγματεία με τίτλο “On Solstices and Equinoxes” (Ηλιοστάσια και Ισημερίες), που χρονολογείται από τον 4ο αι. και προέρχεται από τη Βόρειο Αφρική. Συγκεκριμένα, η πραγματεία αναφέρει: «Επομένως, η σύλληψη του Κυρίου έγινε την 8η μέρα των καλενδών του Απριλίου, τον μήνα Μάρτιο (25 Μαρτίου), η οποία είναι και η μέρα των Παθών του Κυρίου.» Βάσει αυτού λοιπόν, η πραγματεία χρονολογεί τη γέννηση του Ιησού στον χειμερινό ηλιοστάσιο.
Και ο Αυγουστίνος όμως κάνει αναφορά σε αυτόν τον συσχετισμό. Συγκεκριμένα, αναφέρει: «Σε ότι αφορά στη σύλληψη του Ιησού, πιστεύεται ότι έγινε στις 25 Μαρτίου, την ίδια ημερομηνία που σταυρώθηκε. Επομένως, η μήτρα της Παρθένου, στην οποία έγινε η σύλληψη και δεν γονιμοποιήθηκε από κάποιον θνητό, αντιστοιχεί στο νέο τάφο στον οποίο ετάφη ο Κύριος, και στον οποίο κανένας άνθρωπος δεν ετάφη ποτέ, ούτε πριν ούτε μετά. Αλλά σύμφωνα με την παράδοση, γεννήθηκε στις 25 Δεκεμβρίου.»
Και στην Ανατολή, οι ημερομηνίες της γέννησης του Ιησού και του θανάτου του συνδέονται. Αλλά αντί για την 14η μέρα του μήνα Nisan στο εβραϊκό ημερολόγιο, οι ανατολίτες χρησιμοποίησαν την 14η μέρα του πρώτου μήνα της άνοιξης (Αρτεμίσιος) στο τοπικό ελληνικό ημερολόγιο (6 Απριλίου για εμάς). Η 6η Απριλίου είναι ακριβώς εννέα μήνες πριν από την 6η Ιανουαρίου –η ημερομηνία των Χριστουγέννων στην Ανατολή. Ο Επίσκοπος Επιφάνειος ο Σαλαμίνιος γράφει πως στις 6 Απριλίου «ο αμνός κλείστηκε στη άμωμο μήτρα της Παρθένου Μαρίας, εκείνος που ήρθε και πήρε, μέσω της θυσίας του, όλες τις αμαρτίες του κόσμου.» Ακόμα και σήμερα, η εκκλησία της Αρμενίας γιορτάζει τον Ευαγγελισμό στις αρχές του Απρίλη (στις 7 και όχι στις 6 Απριλίου) και τα Χριστούγεννα στις 6 Ιανουαρίου.
Στο τέλος όμως παραμένει ένα ερώτημα: Πως προέκυψε να γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα στις 25 Δεκεμβρίου; Δεν μπορούμε να είμαστε απόλυτα σίγουροι. Κάποιοι από τους εορτασμούς που προέκυψαν τον 4ο αι. και εξακολουθούν να υπάρχουν ακόμα και σήμερα μπορεί να προέρχονται από τις παγανιστικές παραδόσεις. Εντούτοις, η πραγματική ημερομηνία ίσως να προέρχεται από τον Ιουδαϊσμό και όχι από τον παγανισμό.
Bib-Arch.org
πηγή news.pathfinder.gr